Η αγροτική παραγωγή είναι σημαντικά επιβαρυντική για το κλίμα. Όσο αβέβαιες και αν είναι οι εκτιμήσεις, υπολογίζεται ότι συμβάλλει στο 18,5% των εκπομπών CO2.
Δρόμος από Ιεράπετρα προς Νέα Ανατολή: μια θάλασσα από πλαστικό ως εκεί που φτάνει το μάτι, θερμοκήπια και θερμοκήπια, ντομάτες, πιπεριές και αγγουράκια. Δέλτα Αξιού και Αλιάκμονα, Χαλάστρα και ως το Καλοχώρι έξω από Θεσσαλονίκη: μικρά, τετράγωνα ρυζοχώραφα που αρδεύονται μέρα-νύχτα. Βουστάσια με 200 αγελάδες και προβατοστάσια με 2500 πρόβατα.
Τουλάχιστον, τα χωράφια αυτά και οι κτηνοτροφικές κατασκευές παράγουν τρόφιμα, γιατί στη Θεσσαλία και Βοιωτία (και αλλού) τα χωράφια παράγουν βιομηχανικά προϊόντα: βαμβάκι στη Δυτική και Ανατολική Μακεδονία, ηλίανθους (για βιοντίζελ!), παντού όπου έχει νερό στη Βόρεια και Κεντρική Ελλάδα καλαμπόκια για ζωοτροφή…
Αυτές είναι μερικές σκηνές από την εντατική γεωργία και κτηνοτροφία στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο. Είναι αναγκαία βέβαια η εκβιομηχάνισή της για πολλούς λόγους: φέτος το φθινόπωρο ο παγκόσμιος πληθυσμός θα ξεπεράσει τα 8 δις, ενώ από πέρσι, και για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, περισσότερο από το 50% των κατοίκων της Γης κατοικεί πλέον σε αστικές περιοχές. Ταυτόχρονα, όλο και λιγότεροι/ες θέλουν να ασχοληθούν επαγγελματικά με την αγροτική παραγωγή οι ίδιοι/ες ή τα παιδιά τους.
Η εκβιομηχάνιση σημαίνει και εντατικοποίηση και συγκέντρωση και εξειδίκευση. Για να έχουμε μια αίσθηση της διαφοράς στην παραγωγικότητα, το έτος 1900 χρειάζονταν περίπου 130 ώρες, και το 2000 μόνο 6 ώρες (!!!!) για να παραχθεί η ίδια ποσότητα καλαμποκιού. Σήμερα, σε 130 ώρες παράγουμε 2.100% περισσότερο καλαμπόκι (παρόμοια αύξηση και για άλλες ετήσιες και εκμηχανισμένες καλλιέργειες). Η εξειδίκευση σημαίνει ότι όλο και λιγότερα είδη καλλιεργούνται και εκτρέφονται σε όλο και μεγαλύτερες εκτάσεις. Κάντε ένα πείραμα και μετρήστε τα πιο σημαντικά φυτά για την παγκόσμια διατροφή… φτάσατε στα 10; Αντιπροσωπεύουν το 64% της παραγωγής σύμφωνα με τον FAO, με πρώτο το σιτάρι, δεύτερο το καλαμπόκι και τρίτο το ρύζι. Μαζί και τα τρία φτάνουν στο 40% της συνολικής παραγωγής από φυτά στον πλανήτη.
Με βάση τις σημερινές κλιματικές συνθήκες, οι εκτάσεις που μπορούσαν να καλλιεργηθούν σε μεγάλο βαθμό έχουν πια καλλιεργηθεί και δεν έχουν αλλάξει σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες παγκοσμίως. Μάλλον μειώνονται, κυρίως εξαιτίας της εντεινόμενης αστικοποίησης και εγκατάλειψης πολλών ορεινών και οριακών περιοχών. Σήμερα, η όποια επέκταση γίνεται εις βάρος τροπικών δασών (κυρίως για κτηνοτροφία, εξαιτίας της χαμηλής γονιμότητας των τροπικών εδαφών λόγω έκπλυσης των θρεπτικών από τις πολλές βροχές), ενώ μελλοντικά αναμένεται να πάει προς τα βόρεια σε permafrost εδάφη και στην τούνδρα. Ειδική μνεία αξίζει να γίνει στην καλλιέργεια στην έρημο, όπου υπάρχει ακόμη υπόγειο νερό, με κυκλικές καλλιέργειες (παράδειγμα αποτελούν η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, αλλά και η Αυστραλία).
Στην Ελλάδα, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις μειώνονται (από 36 εκατ. στρ. το 1981 σε 32,165 εκατ. το 2019), ενώ με μεγαλύτερο ρυθμό συρρικνώνονται οι αροτραίες εκτάσεις, κυρίως τα σιτηρά και τα όσπρια (16,049 εκατ στρ. τα σιτηρά το 1981, 7,169 εκατ. στρ. το 2019). Αντίθετα, τα βιομηχανικά φυτά έχουν αυξηθεί. Το ίδιο ισχύει για τον αριθμό των μηρυκαστικών, αλλά όχι για τα βοοειδή. Η μείωση αφορά κυρίως ορεινές περιοχές, αλλά και στην περιαστική ζώνη, όπου αστικές, εμπορικές και βιομηχανικές χρήσεις εκτοπίζουν καλλιέργειες και εκτροφεία.
Παρατηρείται λοιπόν μια έντονη χωρική πόλωση: στις ορεινές περιοχές όλες οι δραστηριότητες πλην δασοκομίας εγκαταλείπονται και τα δάση επανακάμπτουν (σε αυτό θα επανέλθουμε αργότερα), οι χρήσεις αλλάζουν πολύ έντονα σε νησιά, καθώς και αστικές και τουριστικές περιοχές, ενώ σε αρδευόμενες πεδιάδες η ένταση αυξάνει, και μάλιστα δραματικά σε ορισμένες περιπτώσεις.